Τό άρθρο αυτό έχει δημοσιευθεί το 1998 στο περιοδικό ΔΙΑΥΛΟΣ
Οι κυρίαρχοι πολιτικοί και οικονομικοί κύκλοι σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και σε κάθε μεμονωμένη χώρα, μοιάζουν να έχουν πάθει παράκρουση με την προοπτική του «ευρώ». Δεν συζητάω, φυσικά, για την Ελλάδα, όπου ο στόχος της ένταξής της στον ενιαίο νόμισμα έχει πάρει, χωρίς καμία ουσιαστική συζήτηση, τον χαρακτήρα νέας μεγάλης «εθνικής ιδέας», η οποία συνοδεύεται και από τον περίφημο «μονόδρομο» για την υλοποίησή της.
Το «ευρώ», ούτε λίγο ούτε πολύ, σε όλη την Ευρώπη τείνει να παρουσιαστεί ως το φάρμακο για όλες τις ασθένειες. Στην ουσία για τους κυρίαρχους πολιτικούς και οικονομικούς κύκλους, ιδιαίτερα της Γερμανίας, θεωρείται ως το μέσον και ο δρόμος για τη βίαιη καπιταλιστική ανασυγκρότηση και αντεπίθεση της Ένωσης προκειμένου η τελευταία να αναβαθμίσει τη θέση της στον διεθνή ανταγωνισμό, αν όχι για να κατακτήσει την ηγεμονία σης παγκόσμιες χρηματαγορές και αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.
Αυτή η άνευ ιστορικού προηγούμενου νομισματοποίηση του ευρωπαϊκού οράματος και της ευρωπαϊκής προοπτικής όχι μόνο όφειλε να ανησυχεί, αλλά και να τρομάζει με τη μονομέρειά της.
Κι όμως, όσοι αντιμετωπίζουν κριτικά το όλο εγχείρημα, αναδεικνύοντας τις εξόφθαλμες αντιφάσεις και τις επώδυνες παρενέργειές του, στιγματίζονται, περίπου, ως «παλαιοημερολογίτες» ή «άνθρωποι των σπηλαίων» και κατηγορούνται ως αντιευρωπαϊστές. (Είναι άκρως αξιοπερίεργο ότι οι ίδιοι κύκλοι που αντιμάχονται τον ελληνικό εθνικισμό υιοθετούν με τόσο φανατικό τρόπο έναν άκριτο και σχεδόν ολοκληρωτικού χαρακτήρα «ευρωπαϊκό» εθνικισμό!)
Σε πείσμα των κρατουσών απόψεων, οι οποίες έχουν περιβληθεί το φωτοστέφανο θρησκευτικού δόγματος, θα προσπαθήσω όσο το δυνατόν πιο συνοπτικά να τεκμηριώσω ότι:
Πρώτον: Το «ευρώ», έτσι όπως οικοδομείται, αποτελεί μηχανισμό κοινωνικής εκθεμελίωσης της Ευρώπης.
Δεύτερον: Η διαμόρφωση του «ευρώ» δεν πρόκειται να αποβεί παράγοντας σταθερότητας, αλλά περαιτέρω αστάθειας και ανασφάλειας για την Ευρώπη ως σύνολο και για τα κράτη μέλη της.
Τρίτον: Ο αποκλειστικά αγοραίος και μονεταριστικός δρόμος οικοδόμησης δεν οδηγεί κατ' ανάγκην στην ενοποίηση, αλλά μάλλον στην απο-ενοποίηση και σε περαιτέρω αποκλίσεις, παράλληλα με την πολιτική επικυριαρχία των ισχυρών κρατών εντός της ευρωπαϊκής Ζώνης.
Τέταρτον: Η Ελλάδα θα υποστεί βαρύτατες οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες (πασιφανείς ήδη) για να εισέλθει στο ευρώ, οι οποίες όχι μόνο δεν θα ανακοπούν, αλλά θα επιταθούν στη συνέχεια, προκειμένου η χώρα να παραμείνει στη Ζώνη του ενιαίου νομίσματος.
Πέμπτον: Η σχεδιαζόμενη διεύρυνση της Ένωσης, τέλος, υπ’ αυτές τις ευρωπαϊκές συνθήκες θα έχει άκρως δυσμενείς επιπτώσεις για τις πιο αδύναμες χώρες, ενώ θα ενισχύσει την πολιτική και οικονομική θέση των ισχυρότερων χωρών. [...]
Το «ευρώ» παράγοντας αστάθειας
Ο τρόπος που οικοδομείται, κατά Μάαστριχτ και Άμστερνταμ, το «ευρώ» δεν είναι τίποτε άλλο παρά αυτόματος μηχανισμός που υπαγορεύει στις εθνικές κυβερνήσεις να προχωρήσουν στην κοινωνική αποδόμηση της Ευρώπης. Γεγονός που θα έχει (και έχει ήδη) όλο και πιο εκρηκτικές κοινωνικές επιπτώσεις στην Ελλάδα, τόσο για να εισέλθει στο «ευρώ» όσο και, εφόσον μπει, για να παραμείνει εντός της νομισματικής Ζώνης. Τούτη την αυτονόητη, σχεδόν, αλήθεια την υποκρύπτουν ή τη συγκαλύπτουν οι κυρίαρχοι κύκλοι.
Τίποτε πιο ατεκμηρίωτο, επίσης, δεν υπάρχει από τους ισχυρισμούς ότι η προώθηση, μετά την ενιαία αγορά, του ενιαίου νομίσματος θα συμβάλει στην οικονομική σταθερότητα και προοπτική της Ένωσης.
Αντιθέτως, τόσο τα υπέρμετρα άνισα επίπεδα ανάπτυξης και παραγωγικότητας ανάμεσα στα κράτη μέλη και τις περιφέρειες (καμιά ουσιαστική μέριμνα για πραγματική οικονομική σύγκλιση), όσο και η σχετικά περιορισμένη κινητικότητα κεφαλαίων και πολύ περισσότερο η κινητικότητα εργασίας ανάμεσα στα κράτη μέλη, θα επιτείνουν, σε συνθήκες ενιαίου νομίσματος, τις ανισορροπίες και τις αποκλίσεις θέτοντας σε δοκιμασία το ίδιο το «ευρώ» και την ύπαρξή του.
Και αυτό πολύ περισσότερο αν συνυπολογίσουμε τις υφέσεις και κάθε μορφής «κυκλικές» ή άλλες κρίσεις (νομισματικές, χρηματιστηριακές) που κατά καιρούς ξεσπάνε στον καπιταλισμό, όσο και αν επιμελώς φροντίζουν να τις αγνοούν οι θιασώτες του «ευρώ».
Φανταστείτε, λοιπόν, μία «νομισματική» κρίση σαν αυτή που εμφανίστηκε στην Ευρώπη τον Σεπτέμβριο του 1992, τινάζοντας στον αέρα το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα (ΕΝΣ) και εξωθώντας, σχεδόν, όλα τα ευρωπαϊκά νομίσματα σε μία και δύο υποτιμήσεις. Σκεφθείτε, επίσης, ότι οι βαθύτερες οικονομικές ανισορροπίες, που ήταν η αιτία αυτής της κρίσης, να συνέβαιναν σε περίοδο ύπαρξης του «ευρώ», όπου οι κυβερνήσεις δεν είχαν τη δυνατότητα να προσφύγουν σε υποτιμήσεις.
Τότε τα μόνα «σταθεροποιητικά» μέσα που θα τους απέμεναν θα ήταν η ένταση της λιτότητας, η αναγκαστική αποδιάρθρωση σημαντικού μέρους του παραγωγικού δυναμικού και η περαιτέρω αύξηση της ανεργίας.
Η δραχμή, για παράδειγμα, από το 1974 έως σήμερα, έχει χάσει περίπου το 100% της αξίας της εξαιτίας αλλεπάλληλων υποτιμήσεων και διολίσθησης. Θεωρήστε, λοιπόν, έστω λίγο σχηματικά, τι θα έπραττε η Ελλάδα αν ήταν όλη αυτήν την περίοδο στο «ευρώ», χωρίς επομένως δυνατότητα μείωσης της συναλλαγματικής της ισοτιμίας. Οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες θα ήταν τραγικές. Εκεί οδηγούμαστε με ιαχές ενθουσιασμού.
Ο τραγέλαφος ολοκληρώνεται αν προσμετρήσουμε τις υφέσεις που κατά καιρούς πλήττουν τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο, οι οποίες μπορεί να προκαλούνται από εσωτερικούς ή εξωγενείς παράγοντες. Σε μία τέτοια περίπτωση ούτε οι χώρες μέλη μεμονωμένα ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο θα έχουν τη δυνατότητα να αναθερμάνουν την οικονομία τους, ενώ δεν θα μπορεί να χαραχθεί ούτε ευρωπαϊκή συναλλαγματική πολιτική με πολιτικά κριτήρια και με στόχο την ανάκαμψη.
Αντιλαμβανόμεθα, λοιπόν, ότι σε μία τέτοια περίπτωση οι υφέσεις θα γίνονται πολύ πιο οδυνηρές και μακροχρόνιες, με καταστροφικές κοινωνικές επιπτώσεις, ενώ το «ευρώ» θα κινδυνεύει να τιναχτεί στον αέρα.
Προς ενοποίηση ή γερμανική επικυριαρχία;
Ο συλλογισμός των περισσοτέρων, ίσως, εκ των καλοπροαίρετων υποστηρικτών του «ευρώ» είναι ότι, παρά τα προβλήματα και τις αντιφάσεις του εγχειρήματος, το ενιαίο νόμισμα θα αποβεί μοχλός προς την πολιτική και οικονομική ενοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο συλλογισμός μοιάζει απλός και περίπου αυτονόητος: η ενιαία αγορά συν το ενιαίο νόμισμα θα πιέσουν σιγά - σιγά τα πράγματα και θα καταστήσουν λίγο - πολύ αναπότρεπτη την πολιτική και οικονομική ενοποίηση (δεν συζητώ εδώ τον χαρακτήρα, το περιεχόμενο και τον προσανατολισμό της). Ο αυτοματισμός αυτός που προσπαθούν να μας υποβάλουν είναι αρκετά απλοϊκός, αν όχι και αφελής.
Η ιστορία της διαμόρφωσης κρατικοπολιτικών ενοτήτων (εθνών, ομοσπονδιών, συνομοσπονδιών) υπήρξε ακριβώς αντίστροφη: η πολιτική ενότητα διαμόρφωνε την αγορά και το νόμισμα και όχι το αντίθετο. Δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο η αγορά και το νόμισμα να υπήρξαν το όχημα πολιτικής ενοποίησης. Μόνο ένας εκχυδαϊσμένος, αγοραίος και νομισματικός οικονομισμός μπορεί να υποστηρίζει έναν τέτοιο αυτοματισμό.
Η πολιτική ενοποίηση απαιτεί ένα αντίστοιχο μεγάλο κίνημα, μία ισχυρότατη πολιτική βούληση και κοινωνική ώθηση.
Μία τέτοια πολιτική βούληση δεν υπάρχει και πολύ περισσότερο δεν υπάρχει ανάλογο πολιτικό κίνημα και ούτε φαίνεται πως μπορεί να διαμορφωθεί στην πορεία, όταν το «ευρώ» θα ταυτίζεται στα μάτια των λαών με την επιδείνωση της θέσης τους, με μεγαλύτερες ανισότητες και αποκλίσεις.
Το πιθανότερο, λοιπόν, είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση να διαμορφωθεί ως μία Ζώνη απελευθερωμένης αγοράς και νομίσματος εντός της οποίας θα κυριαρχούν οικονομικά οι πιο προωθημένες μερίδες του κεφαλαίου και οι πιο προηγμένες οικονομίες, ενώ πολιτικά θα ηγεμονεύει η Γερμανία με «κανίς» τη Γαλλία (γερμανογαλλικός άξονας). Δυστυχώς αυτή είναι η οικονομική και πολιτική πραγματικότητα που οικοδομείται στην Ευρώπη, η οποία όλα δείχνουν πως θα ενισχυθεί με τη σχεδιαζόμενη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. [...]
Του Παναγιώτη
Λαφαζάνη
Όλη η Ευρωπαϊκή Ένωση, εδώ και καιρό, χορεύει στους ρυθμούς κατά πρώτο λόγο του ενιαίου νομίσματος («ευρώ») και κατά δεύτερο λόγο της μελλοντικής διεύρυνσης από τις 10 χώρες της Κεντρικής - Ανατολικής Ευρώπης και την Κύπρο, διεύρυνση που προβλέπεται ότι θα εξελιχθεί σε δύο φάσεις (6+5).
Όλη η Ευρωπαϊκή Ένωση, εδώ και καιρό, χορεύει στους ρυθμούς κατά πρώτο λόγο του ενιαίου νομίσματος («ευρώ») και κατά δεύτερο λόγο της μελλοντικής διεύρυνσης από τις 10 χώρες της Κεντρικής - Ανατολικής Ευρώπης και την Κύπρο, διεύρυνση που προβλέπεται ότι θα εξελιχθεί σε δύο φάσεις (6+5).
Οι κυρίαρχοι πολιτικοί και οικονομικοί κύκλοι σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και σε κάθε μεμονωμένη χώρα, μοιάζουν να έχουν πάθει παράκρουση με την προοπτική του «ευρώ». Δεν συζητάω, φυσικά, για την Ελλάδα, όπου ο στόχος της ένταξής της στον ενιαίο νόμισμα έχει πάρει, χωρίς καμία ουσιαστική συζήτηση, τον χαρακτήρα νέας μεγάλης «εθνικής ιδέας», η οποία συνοδεύεται και από τον περίφημο «μονόδρομο» για την υλοποίησή της.
Το «ευρώ», ούτε λίγο ούτε πολύ, σε όλη την Ευρώπη τείνει να παρουσιαστεί ως το φάρμακο για όλες τις ασθένειες. Στην ουσία για τους κυρίαρχους πολιτικούς και οικονομικούς κύκλους, ιδιαίτερα της Γερμανίας, θεωρείται ως το μέσον και ο δρόμος για τη βίαιη καπιταλιστική ανασυγκρότηση και αντεπίθεση της Ένωσης προκειμένου η τελευταία να αναβαθμίσει τη θέση της στον διεθνή ανταγωνισμό, αν όχι για να κατακτήσει την ηγεμονία σης παγκόσμιες χρηματαγορές και αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.
Αυτή η άνευ ιστορικού προηγούμενου νομισματοποίηση του ευρωπαϊκού οράματος και της ευρωπαϊκής προοπτικής όχι μόνο όφειλε να ανησυχεί, αλλά και να τρομάζει με τη μονομέρειά της.
Κι όμως, όσοι αντιμετωπίζουν κριτικά το όλο εγχείρημα, αναδεικνύοντας τις εξόφθαλμες αντιφάσεις και τις επώδυνες παρενέργειές του, στιγματίζονται, περίπου, ως «παλαιοημερολογίτες» ή «άνθρωποι των σπηλαίων» και κατηγορούνται ως αντιευρωπαϊστές. (Είναι άκρως αξιοπερίεργο ότι οι ίδιοι κύκλοι που αντιμάχονται τον ελληνικό εθνικισμό υιοθετούν με τόσο φανατικό τρόπο έναν άκριτο και σχεδόν ολοκληρωτικού χαρακτήρα «ευρωπαϊκό» εθνικισμό!)
Σε πείσμα των κρατουσών απόψεων, οι οποίες έχουν περιβληθεί το φωτοστέφανο θρησκευτικού δόγματος, θα προσπαθήσω όσο το δυνατόν πιο συνοπτικά να τεκμηριώσω ότι:
Πρώτον: Το «ευρώ», έτσι όπως οικοδομείται, αποτελεί μηχανισμό κοινωνικής εκθεμελίωσης της Ευρώπης.
Δεύτερον: Η διαμόρφωση του «ευρώ» δεν πρόκειται να αποβεί παράγοντας σταθερότητας, αλλά περαιτέρω αστάθειας και ανασφάλειας για την Ευρώπη ως σύνολο και για τα κράτη μέλη της.
Τρίτον: Ο αποκλειστικά αγοραίος και μονεταριστικός δρόμος οικοδόμησης δεν οδηγεί κατ' ανάγκην στην ενοποίηση, αλλά μάλλον στην απο-ενοποίηση και σε περαιτέρω αποκλίσεις, παράλληλα με την πολιτική επικυριαρχία των ισχυρών κρατών εντός της ευρωπαϊκής Ζώνης.
Τέταρτον: Η Ελλάδα θα υποστεί βαρύτατες οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες (πασιφανείς ήδη) για να εισέλθει στο ευρώ, οι οποίες όχι μόνο δεν θα ανακοπούν, αλλά θα επιταθούν στη συνέχεια, προκειμένου η χώρα να παραμείνει στη Ζώνη του ενιαίου νομίσματος.
Πέμπτον: Η σχεδιαζόμενη διεύρυνση της Ένωσης, τέλος, υπ’ αυτές τις ευρωπαϊκές συνθήκες θα έχει άκρως δυσμενείς επιπτώσεις για τις πιο αδύναμες χώρες, ενώ θα ενισχύσει την πολιτική και οικονομική θέση των ισχυρότερων χωρών. [...]
Το «ευρώ» παράγοντας αστάθειας
Ο τρόπος που οικοδομείται, κατά Μάαστριχτ και Άμστερνταμ, το «ευρώ» δεν είναι τίποτε άλλο παρά αυτόματος μηχανισμός που υπαγορεύει στις εθνικές κυβερνήσεις να προχωρήσουν στην κοινωνική αποδόμηση της Ευρώπης. Γεγονός που θα έχει (και έχει ήδη) όλο και πιο εκρηκτικές κοινωνικές επιπτώσεις στην Ελλάδα, τόσο για να εισέλθει στο «ευρώ» όσο και, εφόσον μπει, για να παραμείνει εντός της νομισματικής Ζώνης. Τούτη την αυτονόητη, σχεδόν, αλήθεια την υποκρύπτουν ή τη συγκαλύπτουν οι κυρίαρχοι κύκλοι.
Τίποτε πιο ατεκμηρίωτο, επίσης, δεν υπάρχει από τους ισχυρισμούς ότι η προώθηση, μετά την ενιαία αγορά, του ενιαίου νομίσματος θα συμβάλει στην οικονομική σταθερότητα και προοπτική της Ένωσης.
Αντιθέτως, τόσο τα υπέρμετρα άνισα επίπεδα ανάπτυξης και παραγωγικότητας ανάμεσα στα κράτη μέλη και τις περιφέρειες (καμιά ουσιαστική μέριμνα για πραγματική οικονομική σύγκλιση), όσο και η σχετικά περιορισμένη κινητικότητα κεφαλαίων και πολύ περισσότερο η κινητικότητα εργασίας ανάμεσα στα κράτη μέλη, θα επιτείνουν, σε συνθήκες ενιαίου νομίσματος, τις ανισορροπίες και τις αποκλίσεις θέτοντας σε δοκιμασία το ίδιο το «ευρώ» και την ύπαρξή του.
Και αυτό πολύ περισσότερο αν συνυπολογίσουμε τις υφέσεις και κάθε μορφής «κυκλικές» ή άλλες κρίσεις (νομισματικές, χρηματιστηριακές) που κατά καιρούς ξεσπάνε στον καπιταλισμό, όσο και αν επιμελώς φροντίζουν να τις αγνοούν οι θιασώτες του «ευρώ».
Φανταστείτε, λοιπόν, μία «νομισματική» κρίση σαν αυτή που εμφανίστηκε στην Ευρώπη τον Σεπτέμβριο του 1992, τινάζοντας στον αέρα το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα (ΕΝΣ) και εξωθώντας, σχεδόν, όλα τα ευρωπαϊκά νομίσματα σε μία και δύο υποτιμήσεις. Σκεφθείτε, επίσης, ότι οι βαθύτερες οικονομικές ανισορροπίες, που ήταν η αιτία αυτής της κρίσης, να συνέβαιναν σε περίοδο ύπαρξης του «ευρώ», όπου οι κυβερνήσεις δεν είχαν τη δυνατότητα να προσφύγουν σε υποτιμήσεις.
Τότε τα μόνα «σταθεροποιητικά» μέσα που θα τους απέμεναν θα ήταν η ένταση της λιτότητας, η αναγκαστική αποδιάρθρωση σημαντικού μέρους του παραγωγικού δυναμικού και η περαιτέρω αύξηση της ανεργίας.
Η δραχμή, για παράδειγμα, από το 1974 έως σήμερα, έχει χάσει περίπου το 100% της αξίας της εξαιτίας αλλεπάλληλων υποτιμήσεων και διολίσθησης. Θεωρήστε, λοιπόν, έστω λίγο σχηματικά, τι θα έπραττε η Ελλάδα αν ήταν όλη αυτήν την περίοδο στο «ευρώ», χωρίς επομένως δυνατότητα μείωσης της συναλλαγματικής της ισοτιμίας. Οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες θα ήταν τραγικές. Εκεί οδηγούμαστε με ιαχές ενθουσιασμού.
Ο τραγέλαφος ολοκληρώνεται αν προσμετρήσουμε τις υφέσεις που κατά καιρούς πλήττουν τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο, οι οποίες μπορεί να προκαλούνται από εσωτερικούς ή εξωγενείς παράγοντες. Σε μία τέτοια περίπτωση ούτε οι χώρες μέλη μεμονωμένα ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο θα έχουν τη δυνατότητα να αναθερμάνουν την οικονομία τους, ενώ δεν θα μπορεί να χαραχθεί ούτε ευρωπαϊκή συναλλαγματική πολιτική με πολιτικά κριτήρια και με στόχο την ανάκαμψη.
Αντιλαμβανόμεθα, λοιπόν, ότι σε μία τέτοια περίπτωση οι υφέσεις θα γίνονται πολύ πιο οδυνηρές και μακροχρόνιες, με καταστροφικές κοινωνικές επιπτώσεις, ενώ το «ευρώ» θα κινδυνεύει να τιναχτεί στον αέρα.
Προς ενοποίηση ή γερμανική επικυριαρχία;
Ο συλλογισμός των περισσοτέρων, ίσως, εκ των καλοπροαίρετων υποστηρικτών του «ευρώ» είναι ότι, παρά τα προβλήματα και τις αντιφάσεις του εγχειρήματος, το ενιαίο νόμισμα θα αποβεί μοχλός προς την πολιτική και οικονομική ενοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο συλλογισμός μοιάζει απλός και περίπου αυτονόητος: η ενιαία αγορά συν το ενιαίο νόμισμα θα πιέσουν σιγά - σιγά τα πράγματα και θα καταστήσουν λίγο - πολύ αναπότρεπτη την πολιτική και οικονομική ενοποίηση (δεν συζητώ εδώ τον χαρακτήρα, το περιεχόμενο και τον προσανατολισμό της). Ο αυτοματισμός αυτός που προσπαθούν να μας υποβάλουν είναι αρκετά απλοϊκός, αν όχι και αφελής.
Η ιστορία της διαμόρφωσης κρατικοπολιτικών ενοτήτων (εθνών, ομοσπονδιών, συνομοσπονδιών) υπήρξε ακριβώς αντίστροφη: η πολιτική ενότητα διαμόρφωνε την αγορά και το νόμισμα και όχι το αντίθετο. Δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο η αγορά και το νόμισμα να υπήρξαν το όχημα πολιτικής ενοποίησης. Μόνο ένας εκχυδαϊσμένος, αγοραίος και νομισματικός οικονομισμός μπορεί να υποστηρίζει έναν τέτοιο αυτοματισμό.
Η πολιτική ενοποίηση απαιτεί ένα αντίστοιχο μεγάλο κίνημα, μία ισχυρότατη πολιτική βούληση και κοινωνική ώθηση.
Μία τέτοια πολιτική βούληση δεν υπάρχει και πολύ περισσότερο δεν υπάρχει ανάλογο πολιτικό κίνημα και ούτε φαίνεται πως μπορεί να διαμορφωθεί στην πορεία, όταν το «ευρώ» θα ταυτίζεται στα μάτια των λαών με την επιδείνωση της θέσης τους, με μεγαλύτερες ανισότητες και αποκλίσεις.
Το πιθανότερο, λοιπόν, είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση να διαμορφωθεί ως μία Ζώνη απελευθερωμένης αγοράς και νομίσματος εντός της οποίας θα κυριαρχούν οικονομικά οι πιο προωθημένες μερίδες του κεφαλαίου και οι πιο προηγμένες οικονομίες, ενώ πολιτικά θα ηγεμονεύει η Γερμανία με «κανίς» τη Γαλλία (γερμανογαλλικός άξονας). Δυστυχώς αυτή είναι η οικονομική και πολιτική πραγματικότητα που οικοδομείται στην Ευρώπη, η οποία όλα δείχνουν πως θα ενισχυθεί με τη σχεδιαζόμενη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. [...]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου